Επισκέψεις: 51
Toυ Κωστή Σπ. Μαστρογιαννάκη*
Εκδοση Μορφωτικού Εκπολιτιστικού Συλλόγου Αβδού
Επιμέλεια έκδοσης Σπυρ. Μαραγκάκης
ΑΒΔΟΥ 2015
Με μεγάλη χαρά υποδέχτηκαμε τη νέα έκδοση του εξαιρετικά δραστήριου Μορφωτικού Εκπολιτιστικού Συλλόγου Αβδού με τον τίτλο “Αβδού ιστόρημα και όνομα σε στίχους απλούς”, πόνημα περίκλεες του γνωστού φιλολόγου, ιστορικού ερευνητή και εραστή της γλωσσολογίας και της έρευνας γύρω από την ετυμολογία των λέξεων Ζαχαρία Ε.Σμυρνακη.
Το έργο, αποτέλεσμα ενός επαρκούς επιστημονικού εξοπλισμού του συγγραφέα, είναι ποιητικό σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και σε γλώσσα κατά βάση δημοτική με παρεμβολές κρητικής διαλέκτου και καθαρεύουσας. Οι έξι χιλιάδες εκατό στίχοι (6100) του έργου, που μας παραπέμπουν σε επικές ποιητικές συνθέσεις, φανερώνουν τον πνευματικό μόχθο του συγγραφέα για να δαμάσει ένα διάσπαρτο πολυποίκιλο και δύσκολο υλικό.
Το ποίημα χωρίζεται σε επτά μέρη με τα οποία ο συγγραφέας- ποιητής κάλυψε και φώτισε ολόπλευρα το γενέθλιο τόπο του. Στο πρώτο μέρος πραγματεύεται τη χωρογεωγραφία και την επίδραση του ανθρώπου στο χώρο. Στο δεύτερο μέρος το ποίημα αναφέρεται στην εκπαίδευση και προβάλλεται ή μορφή του Στεφ. Ξανθουδίδη. Στο τρίτο μέρος περιγράφονται οι αγώνες των Αβγιωτών για την ελευθερία. Ακολουθεί το τέταρτο μέρος με τον λαϊκό και πνευματικό βίο και τους διακριθέντες Αβγιώτες. Οι τοπικοί φορείς και η δράση των νεότερων Αβγιωτών καλύπτουν το πέμπτο μέρος ενώ η επόμενη έκτη ενότητα αφιερώνεται στη Λαγκάδα και το φράγμα μαζί με τα σπήλαια της περιοχής. Το τελευταίο μέρος αποτελεί μια ποιητική γλωσσολογική πραγματεία όπου ο συγγραφέας παραθέτει με περισσή σαφήνεια και επιστημοσύνη τις διάφορες θεωρίες για την ετυμολογία του ονόματος Αβδού παραθέτοντας επίσης και τη δική του επιστημονική άποψη για το έτυμο της λέξης Αβδού.
Αποτελεί πνευματική πρωτοτυπία του συγγραφέα να δώσει σε στίχους τις πολλές απόψεις για την ετυμολογία του ονόματος του χωριού του. ‘Οπως ο ίδιος γράφει στην εισαγωγή:
“ και της ετυμολόγησης που νου βαρυφορτώνει
ίσως μπορεί στιχούργημα το βάρος ν’ ελαφρώνει “
Ακολουθεί κατατοπιστικό γλωσσάριο και επαρκής βιβλιογραφία. Το βιβλίο εμπλουτίζεται με πολλές φωτογραφίες οι οποίες υποστηρίζουν σημαντικά το όλο ποιητικό κείμενο και αποδίδουν θαυμαστά την πορεία του Αβδού στο χρόνο.
Η γάργαρη ροή της διήγησης με τη μορφή μιας επιφανειακά λαϊκής εξιστόρησης κρύβουν επιμελώς την κοπιαστική και χρονοβόρα προσπάθεια του συγγραφέα για να δαμάσει το υλικό του και να το αποτυπώσει σε φόρμα εύληπτη και κατανοητή. Οι πολλές ιστορικές πληροφορίες που δίδονται μέσα στο ποίημα, περιγραφή εκκλησιών με γνώσεις αρχιτεκτονικής και αγιογραφίας, ή παράθεση εικόνων,επιγραφών, επιγραμμάτων, η αναφορά σε λαϊκές διηγήσεις, παροιμίες, παλιότερες μορφές κοινωνικής ζωής και παραγωγικής δραστηριότητος, ή πρέπουσα προβολή στα μεγάλα τέκνα του Αβδού, επαναστάτες, επιστήμονες και καλλιτέχνες, όλα δεμένα σε στίχο στέρεο, συνθέτουν ένα θαυμάσιο μωσαϊκό και προβάλλουν ανάγλυφα την παρουσία του Αβδού διαχρονικά .Στίχοι πηγαίοι, γάργαροι με χιούμορ όπως στο πρώτο μέρος στ.487-490:
“ Ξυπολητα πολλά παιδιά παλιά επορπατούσαν,
πέτρες, αγκαθες που ‘βρισκαν, άφοβα επατούσαν,
Γιατί ή γυμνή πατούχα τους σκληρή πολύ γινόταν,
Σ’ ανθεκτική των παπουτσιών σόλα εξελισσόταν. “
Ή με λυρικότητα όπως στο πρώτο μέρος στχ.499-502:
“κ’ ή γη ευθύς ως βλογηθεί, χαρεί και ξεδιψάσει,
αρνεψει και βροχονερό ζωοποιό χορτάσει,
το περισσό με προθυμια μεγάλη αποδίδει
και στα σοκάκια του χωριού φλεγάδια τούτο δίδει “
Ή με μεταφορές και εξαιρετικές παρομοιώσεις που παραπέμπουν στον Όμηρο όπως στο πρώτο μέρος στχ.471-474:
“Πως στα βαθιά ο αετός βαριά αναστενάζει,
πετάει πάντα στα ψηλά τη λευτεριά του κράζει,
έτσι οι κάτοικοι τ’ Αβδού το βάθος μεταλλάξαν,
και με το ύψος της ζωής και λευτεριάς αλλαξαν “
Ο Ζαχαρίας Ε. Σμυρνάκης οτρηρός θεράπων της φιλολογίας, πλήρης παιδείας σφαιρικής, άνθρωπος πεπαιδευμένος και οξύνους, γυμνασμένος με τον έρωτα της πατρώας γης ως άλλος Ανταίος αντλεί δύναμη από την επαφή του με τη γενέθλια γη και παράγει αγαθά πνευματικά και ζωογόνα για κάθε ψυχή και νου που διψά να απολαύσει όχι τα κοινά και τα τετριμμένα αλλά τα υψηλά και τα νέα. Στηριγμένος σ’ ένα γερό επιστημονικό εξοπλισμό και μια εσωτερικευμενη γνώση της παράδοσης, όχι ως ταριχευμένο προϊόν, αλλά ως μαγιά για νέα δημιουργήματα και καινούριες πνευματικές κατακτήσεις, προσφέρει πνευματικά νάματα.
Ο Ζαχαρίας Ε. Σμυρνάκης με στόφα δεξιοτέχνη δασκάλου υπηρέτησε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως καθηγητής και ως διευθυντής αφήνοντας “αγλαήν φατιν” στο σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας. Πέραν τούτου ως πνευματικός άνθρωπος με τα κείμενα του και τις επιστημονικές του ανακοινώσεις δείχνει ποια πρέπει να είναι η πόρεια και η δράση κάθε πνευματικού ανθρώπου.
Όλα αυτά τα χαρίσματα που ο ίδιος, ως άνθρωπος μετριόφρων ούτε προβάλλει ούτε προκαλεί, τα ενσωματώνει σ’ ένα χαρακτήρα άριστο, ανθρώπινο, προσηνή και καταδεκτικό, που συχνά φαίνεται να βρίσκεται μακριά από τους κανόνες, που θέτει ή σημερινή αμοραλιστική κοινωνία, και αποτελεί εξαίρεση στην καταιονισμένη από υποκουλτούρα κοινωνική μας πραγματικότητα.
Η συχνά φιλοπαίγμων διάθεση του με το πηγαίο χιούμορ -δείγμα ευαισθησίας, οξύνοιας και γνώσης - καθιστούν τη συναναστροφή μαζί του ευχάριστη και επωφελή .
Το έργο του Ζαχαρία Ε. Σμυρνάκη είναι σημαντικό για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον γιατί ενέχει μια πρωτοτυπία που οφείλεται στην εξιστόρηση της πορείας του χωριού Αβδού μέσα στο χρόνο σε στίχους, τόλμημα δύσκολο με απαιτήσεις ενός αρτιοτατου εξοπλισμού για να περατωθεί. Δεύτερον γιατί ως ανάγνωσμα απευθύνεται σε αναγνώστες κάθε επιπέδου ως εξής :
Από τη μια μεριά αποτελεί ευχάριστο ανάγνωσμα για τον αναγνώστη οποιας μόρφωσης που γεύεται ασμενως τη ροή του δεκαπεντασύλλαβου, ενίοτε λαϊκοτρόπου και ενίοτε ποικιλμένου με φράσεις καθαρεύουσας και αρχαίας. Ο αναγνώστης ρουφά σαν από αρχαίο ραψωδό ή νεότερο παραμυθά τα γεγονότα της αφήγησης και γεμίζει το νου και την ψυχή του,όπως το παιδί από τις ιστορίες του παππού του. Το κείμενο φορτωμένο με τα χίλια μύρια κύματα της λαϊκής μας παράδοσης και εμποτισμένο από την ευαισθησία του κρητικού στο δεκαπεντασύλλαβο στίχο όπως ζυμώθηκε μαζί του με τη μαντινάδα και τον Ερωτόκριτο αποδίδεται στο σημερινό αναγνώστη ως “λάλον ύδωρ”.
Από την άλλη μεριά ένας πιο υποψιασμένος αναγνώστης δε θα σταματήσει μόνο στη ραψωδική αφήγηση, που ασφαλώς σαγηνεύει. Πέρα απ’ αυτή θα δει τη ροή μιας επιστημονικής ιστορικής αφήγησης που συχνά ξεφεύγει του κοινού αναγνώστη από το μάγεμα της μορφής. Το κείμενο είναι ιστορικά τεκμηριωμένο όχι μόνο με τις συχνές παραπομπές αλλά και η ίδια η αφήγηση υποκρύπτει μια επιστημονική γνώση και εμβρίθεια επιμελώς κρυμμένη στο μάγεμα του στίχου μη θέλοντας να προβάλει το μεγάλο κόπο της παράθεσης του επιστημονικού λόγου.Τα βαθιά ποτάμια δε βουίζουν. Ο λόγος του Ζαχαρία Ε. Σμυρνάκη μεστός, ρωμαλέος επιστημονικά, συχνά εκλαϊκευμένος μπορεί παραπλανήσει το γρήγορο αναγνώστη και να μην απολαύσει όλα τα αρώματα του έργου όπως συχνά κάνει ο απλός ερασιτέχνης γευσιγνώστης. Ο γνήσιος και έμπειρος γευσιγνώστης θα διακρίνει τον τεράστιο πλούτο ιστορικών, λαογραφικών, γλωσσολογικών καιι γεωγραφικών πληροφοριών που προσφέρει το κείμενο και θα αξιολογήσει το μεγάλο κόπο του συγγραφέα, τις επιστημονικές γνώσεις, τη λογοτεχνική του προσπάθεια και το μέγα πάθος για το γενέθλιο τόπο του.
Ο Ζαχ. Ε. Σμυρνακης στο τέλος του πονήματος του τονίζει με μετριοφροσύνη: Αντί επιλόγου, στίχ.5-8 και 13-18:
Κι όσα εδώ εκφράστηκαν και μένουν τυπωμένα,
ειν’ γύρω από το Αβδού τα πλείστα σφαιρωμένα
και ίσως πεις πως έχουνε αδρό και αργό τόνο,
αλλά στην εξιστόρηση έτσι μπορούσα μόνο .
____ ...................................................................
μα σε γραπτά του έμεινε περίεργη ή κρούσις
εν μέσω της δημοτικής και της καθαρευούσης,
γι’αυτο κ’εδώ δεν έγραψα σε γλώσσα ενιαία,
μιγαδερή εγίνηκε κ’ειναι η coulpa mea
προσπάθησα το κείμενο ανεβατόνα γίνει
μ’ανήφορο και έλεγχο το αληθές να “δίνει”.
Ανάμενουμε και άλλους εύχυμους καρπούς της πνευματικής δημιουργίας του Ζαχαρία Ε. Σμυρνάκη.
*Ο Κωστής Σπ. Μαστρογιαννάκης είναι φιλόλογος,
πρώην λυκειάρχης
Επισκέψεις: 41
Του Καπετάν Καγιαμπή το μουλάρι
41ος πολέμαρχος – Ομοιότητες με το μουλάρι του Παρθενώνα
Του Ζαχαρία Σμυρνάκη*
Δικαιολογημένη έκπληξη και απορία θα μπορούσε να προκαλέσει ο τίτλος αφού το κύριο θέμα και πρωταγωνιστής δεν είναι ο άνθρωπος αλλά ένα μουλάρι και μάλιστα αγωνιζόμενο και τιμώμενο. Το θέμα είναι μεν περίεργο αλλά όχι και ασυνήθιστο, αφού το άλογο – η καλύτερη, κατά τον Γάλλο ζωολόγο Μπυφόν, κατάκτηση του ανθρώπου ( La plus belle conquete de l’ homme) – συμπρωταγωνι- στεί στη διαμόρφωση ιστορικών γεγονότων και μεγάλο μέρος της αν- θρώπινης ιστορίας – και στον πόλεμο και στην ειρήνη – ανήκει και σ’ αυτό. Για παράδειγμα, η εκστρατεία του Μ.Αλεξάνδρου -η οποία «άρ-χισε ως κατάκτηση και τελείωσε ως ημέρωση» – θα ήταν δύσκολο να ευοδωθεί χωρίς την αντοχή των μακεδονικών – ή καλύτερα θεσσαλι-κών – αλόγων που έφεραν τους Έλληνες πολεμιστές μέχρι την Ινδία.
Σύμφωνα με την αβγιώτικη ιστορική παράδοση, ακουόμενη και σήμερα, κατά τη μεγάλη επανάσταση 1866- 69 φόρτωναν το μουλάρι του καπετάν Καγιαμπή με πολεμοφόδια και αυτό διαφεύγοντας την προσοχή των Τούρκων, από μυστικές διαβάσεις τα μετέφερε στα ορεινά οχυ- ρώματα. Όλοι αναγνώρισαν την προσφορά του και οι οπλαρχηγοί του Αβδού το ανακήρυξαν καπετάνιο και ανέλαβαν με έξοδά τους και μέχρι τέλους να το ταΐζουν, ποτίζουν, φροντίζουν.
Στη σύντομη αυτή και απλή λαϊκή διήγηση, που συνδέεται με πρόσω- πα και γεγονότα, στηρίζεται η δημοφιλής και ευρύτατα διαδεδομένη πα- ροιμιώδης «σουρεαλιστική» έκφραση : « Το Αβδού έχει σαράντα καπετά- νιους και του Καγιαμπή το μουλάρι ένα, σαρανταένα ». Ο αριθμός σαρά- ντα, παρά την ιερή σημασία και δύναμή του, έστω και τυπικότητά του, δεν αποτελεί σχήμα λόγου. Απηχεί την πραγματικότητα και εκφράζει τομεγάλο αριθμό των οπλαρχηγών – μέχρι τώρα βεβαιώνονται 55 – αφού το Αβδού κατά την τουρκοκρατία αποτελούσε άτυπη «Σχολή Πολέ μου», φυτώριο λαμπρών καπεταναίων και άριστων μαχητών και δίκαια ονομάστηκε Καπετανοχώρι. Η πρόσθετη και χαρακτηριστική αυτή ονο- μασία και η ιστορική φράση «ΑβγιώτικηΚαπετανιά» δηλώνουν την πε-ρί τα πολεμικά απελευθερωτικά έργα ασχολία των κατοίκων.
Τόπος δράσης του μουλαριού είναι η μεγάλη αμυντική οχυρή ορεινή γραμμή από τη Σελένα και το Κράσι μέχρι την Κασταμονίτσα και τον Ξιδά (σημ. Λύττο) μήκους 10 περίπου χιλιομέτρων – με επαναστατικό κέντρο και στρατόπεδο το Αβδού – στην οποία είχε συγκεντρωθεί το σύνολο των χριστιανικών δυνάμεων της Ανατολικής Κρήτης για προ-στασία του σιτοφόρου Οροπεδίου Λασυθίου, του ορμητηρίου και κα-ταφυγίου των επαναστατών. Την ορεινή αυτή περιοχή της Δίκτης ή Λασιώτικων βουνών γνώριζαν σπιθαμή προς σπιθαμή οι Καγιαμπήδες και τα ζώα τους.
Πρόβλημα εξακολουθεί να αποτελεί το όνομα του γενναίου καπετά- νιου, που δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Στην επανά- σταση 1866 -69 πέντε οπλαρχηγοί Καγιαμπήδες συμμετείχαν και συνυ- πήρχαν . Ο ηλικιωμένος πια αλλά ατρόμητος Χατζή Νικόλας Καγιαμπής ή Χ§ Κουκούλας ο αποκαλούμενος «το μεγάλο φρούρος» (= φρούριο) των Χριστιανών ( πβ. το ομηρικό «πύργος Αχαιών»για τον Αίαντα ), ο Καγιαμπάκης Εμμανουήλ υιός Χ§ Κουκούλα , ο Καγιαμπάκης Ζαχαρί- ας Εμμανουήλ, ο Καγιαμπάκης Ιωάννης Εμμανουήλ ή Καγιαμπογιάν- νης και ο Καγιαμπής Νικόλαος ή Καγιαμπονικόλας. Και είναι αλήθεια, άμα πεις : « Κάθε Καγιαμπής και καπετάνιος Καγιαμπής». Ίσως είναι ο διαπρεπέστερος των Καγιαμπήδων τα χρόνια εκείνα τρανός πολέμαρχος, δεινός σκοπευτής και άριστος μαχητής, ανιψός του θρυλικού Χατζή Κουκούλα, ο μεγαλόψυχος Καγιαμπογιάννης, που εφάρμοζε σε μικρο- γραφία λοξή φάλαγγα στηριζόμενη στην οικονομία δυνάμεων κατά τη μάχη.
Ας μου επιτραπεί να ομιλήσω και για την πιθανή προέλευση του ονό- ματος της ηρωικής οικογένειας των Καγιαμπήδων, που υπήρξαν αληθι- νοί άνδρες και έξοχοι πολεμιστές, πατριώτες ωφελήσαντες και μη ωφε- ληθέντες. Προ ετών ο λόγιος και ιστοριοδίφης, αείμνηστος τώρα, Νικό- λαος Σταυρινίδης με πληροφόρησε ότι μέλος τουρκικής οικογένειας από τις λίγες, πέντε, που κατοικούσαν στο Αβδού, έδωσε δεύτερο όνο- μα πρόσθετο σε άνδρα καλλίφωνο της πολύκλαδης αυτής οικογένειας, το οποίο επικράτησε του πρώτου ονόματος. Από τις λέξεις Kaya = βρά- χος, βουνό και bülbül (μπιλμπίλ) = αηδόνι μπορούσε να προέλθει Kayabil – Kayabi – Καγιαμπής = o τραγουδιστής του βουνού, και στο βουνό οι ατίθασοι αυτοί άνδρες είχαν τα πολεμικά τους σκηνώματα.
Αναφερόμαστε και στην πιθανή ταυτότητα του πρωταγωνιστή. Το ηρωικό μουλάρι επειδή ήταν ανθεκτικό, έξυπνο και πρόθυμο θα ανήκε στα ικανά να βαδίζουν σε ορεινούς τόπους συμπαθή και φιλότιμα κρη- τικά φοραδομούλαρα.
Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης 4ος αι.π.Χ. στο σύγγραμμά του «Περί τα Ζώα ιστορίαι» 577b 30 (εκδ. «Κάκτος» αρ.205, σ.290-1) αναφέρεται στο μουλάρι κατά το χτίσιμο του Παρθενώνα, που διήρκεσε 15 χρόνια (447 – 432 π.Χ.).
« Οι ημίονοι ζουν πολλά χρόνια . έχει μαθευτεί για κάποιον που έζησε ογδόντα χρόνια. Ένας τέτοιος υπήρχε στην Αθήνα, όταν έχτιζαν εκεί το ναό . τον άφησαν ελεύθερο λόγω γηρατειών, αλλά εκείνος συνέχιζε να βοηθάει στο κουβάλημα και περπατούσε δίπλα στα άλλα ζευγάρια παροτρύνοντάς τα να δουλεύουν. Ψηφίστηκε λοιπόν ένα διάταγμα, που απαγόρευε στους σιτοπώλες να τον διώχνουν από τους πάγκους με το στάρι».
Ύστερα από 500 χρόνια ο ρήτορας Κλαύδιος Αιλιανός (περίπου 175 – 235 μ.Χ. ) στο έργο του «Περί ζώων ιδιότητος» ΣΤ 49 (εκδ.“Κά- κτος” αρ.388, σ.114 -117) αντλώντας από τον Αριστοτέλη επαναλαμ- βάνει την ίδια ιστορία:
« Στην Αθήνα, ένα γερασμένο μουλάρι απαλλάχτηκε των καθηκό- ντων του από τον κύριό του, όπως μας παραδίδει ο Αριστοτέλης, αλ- λά η φιλοπονία και η εργατικότητά του δεν του επέτρεπαν να εγκατα- λείψει την εργασία, σύμφωνα με την ηλικία του. Έτσι, λοιπόν, την ε- ποχή που οι Αθηναίοι κατασκεύαζαν τον Παρθενώνα, παρ’ όλο που ούτε έφερε ούτε τραβούσε φορτία, εκείνο, ακάλεστο και από μόνο του, πήγαινε μαζί με τα νεότερα μουλάρια καθώς πηγαινοέρχονταν, λες και περιφρουρούσε και παρότρυνε στη δουλειά, βαδίζοντας στο ίδιο μονοπάτι μαζί τους, σαν παλιός τεχνίτης, που η ηλικία έχει απαλ- λάξει από τη χειρωνακτική εργασία, αλλά του οποίου η πείρα και η διδασκαλία αποτελούν κίνητρο και προτροπή για τους νέους. Όταν, λοιπόν, το έμαθε ο δήμος, πρόσταξε τον κήρυκα να ανακοινώσει πως αν το ζώο πλησίαζε στα πίτουρα ή στο κριθάρι, να μην το εμποδί- ζουν, αλλά να του επιτρέπουν να τρώει κατά κόρον, και ο δήμος θα αναλάμβανε τη δαπάνη στο Πρυτανείο, σαν γέρο αθλητή, τρόπον τινά, που του δόθηκε το δικαίωμα σίτισης».
Κατά τη γνώμη μου, στην παγκόσμια ιστορία το «ιερό μουλάρι» («ημίονος ιερά») του Παρθενώνα (5ος αι.π.Χ.) και το μουλάρι του καπε- τάν Καγιαμπή από το Αβδού (19ος αι.μ.Χ.)αν και απέχουν περίπου 2300 χρόνια, εμφανίζουν ομοιότητες, «βίον παράλληλον» και τύχη κοινή. Και τα δύο συμμετέχουν πρόθυμα και αποτελεσματικά στην υπέρτατη κοινή προσπάθεια του λαού, το πρώτο κουβαλώντας αναγκαία μάρμαρα α-πό την Πεντέλη στην Ακρόπολη, το δεύτερο πολεμοφόδια από τα μετό- πισθεν στις προφυλακές. Και τα δύο τιμώνται ηθικά από το κοινωνικό σύνολο με αναγνώριση της προσφοράς τους. Και τα δύο σιτίζονται εφ’ όρου ζωής και δωρεάν, το πρώτο από το δημόσιο ταμείο της αρχαίας Αθήνας, και το δεύτερο από τους οπλαρχηγούς του Αβδού.
Ακολουθώντας τα βασικά στοιχεία της ιστορικής παράδοσης προ- σπάθησα να ανασυνθέσω το γεγονός αυτό ποιητικά ντύνοντάς το με ιαμβικό 15/σύλλαβο και με εκφραστικό μέσο κυρίως την εικόνα να μεταφέρω στο παρόν, ως αναβίωση, την ηρωική ατμόσφαιρα των δύσκολων αλλά ένδοξων εκείνων χρόνων αναφερόμενος στο Αβδού, την παιδεία, τους μαχητές και τους καπετάνιους του, στους ανδρείους Καγιαμπήδες και το μουλάρι τους.
T ο Αβδού είναι όμορφο, γνωστό λαγκαδοχώρι,
το λεν για την ανδρεία του το Καπετανοχώρι.
Είναι χωριό της λεβεντιάς, ελευθερίας κάστρο,
δημοκρατίας φρούριο και γνώσεως πρωτάτο.
5 Kέντρο επαναστάσεων κατά τουρκοκρατίας
συμπολεμούσε πάντοτε υπέρ ελευθερίας.
Κουτέσι το ’βγαλαν Σφακιά οι Tούρκοι οι πασάδες,
Μικρά Σφακιά το ονόμασαν για τους παλληκαράδες.
Και έχει διαχρονικά την όψη στρατοπέδου
10 με καπετάνιους άξιους, του άνω επιπέδου.
Κι οι Ξανθουδίδηδες εδώ, Νταφώτηδες ομάδι
και Γουβιανοί, Κοκκίνηδες, Ντηλιάνηδες, Φυσάροι.
Μαζί Σμυρνιοί, Καργιώτηδες, μαζί και Τουτουντζήδες,
αντάμα Μανουσάκηδες με τους Βελιγραντήδες.
15 Οι Πασχαλίδηδες εδώ μα και ο Λυδατάκης,
o Μπινιχάκης και μαζί Καστίγος, Ξανθουδάκης.
Παρόντες Πινακούληδες και ο Μαρκαντωνάκης
κι οι Κασωτάκηδες εδώ και ο Ασημινάκης.
Κι οι άλλες οικογένειες έχουν κι αυτές γενναίους
20 που ισότιμα πλαισίωναν χωριού καπεταναίους.
Με προθυμία τρέξανε, τυράννους πολεμήσαν
και στις Αρχάνες τις λαμπρές ήρωες εφανήκαν .
με το Νταφώτη σπεύσανε και στη Μακεδονία ,
γενναία πολεμήσανε στην Άγια Αναστασία.
25 Κι ενώ οι Αβγιώτες πολεμούν τους Τούρκους με μανία,
παράλληλα μαθαίνουνε γράμματα στα παιδία,
γιατί η πένα γνώσεως νικά την αμαθία,
όπως το ξίφος λευτεριάς πατάσσει τη δουλεία.
Με τις δαπάνες χωριανών δυο λειτουργούν Σχολεία
30 και δωρεάν παρέχεται στους μαθητές παιδεία.
Το πρώτο το Δημοτικό ιδρύσανε Σχολείο
στην Κρήτη Ανατολική, μα και το Σχολαρχείο.
Οι νέοι έρχονται στ’ Αβδού, διά να μορφωθούνε
ν’ αναπτυχθούν πνευματικά, αθρώποι να γενούνε.
35 Απ’ τη Λαγκάδα έρχονται και τη λοιπή Πεδιάδα ,
για να φωτίζουν λευτεριά με γνώσεως τη δάδα.
Ο Κοραής διαφωτιστής είπε πως η Παιδεία
θα φέρει στο υπόδουλο Γένος ελευθερία.
Και καπετάνιοι του Αβδού είναι κι οι Καγιαμπήδες ,
40 ατρόμητοι, φιλότιμοι μα και χωρατατζήδες.
Παιδιά της γης και τ’ ουρανού, άντρες θεμελιωμένοι,
στον πόλεμο για λευτεριά ολόψυχα δοσμένοι.
Προς την Αγία Φωτεινή τόπο που λένε Βόλτες,
εκεί ’χαν τα λημέρια τους αυτοί οι πατριώτες
45 κι ένα ’πό τα μουλάρια τους ήτανε μαθημένο
με μαχητές στον πόλεμο να ’ναι πολύ δεμένο.
Με καπετάνιο Καγιαμπή είναι καλοί συντρόφοι,
σαν ίσοι αγωνίζονται, στις μάχες μπαίνουν πρώτοι
και ανεπτύχθη ανάμεσα σε άνθρωπο και ζώο
50 μία φιλία σταθερή με νου, καρδιά και λόγο.
Στο ζώο – συνεργάτη του την πρώτη καλημέρα
δύσκολα μα ευχάριστα περνούσανε τη μέρα.
Μαζί τρώνε, δουλεύουνε, μαζί συνομιλούνε,
με θέληση και αντοχή τα πάντα ξεπερνούνε.
55 Στις μάχες για τη λευτεριά σαν λιόντες πολεμούνε,
τ’ Αβδού απού κατάγονται, πάντοτε το τιμούνε.
Τα μονοπάτια τα κρυφά αυτό ακολουθούσε,
από τ’ ασκέρι των Τουρκών έξυπνα επερνούσε
και κουβαλούσε μοναχό τα όπλα φορτωμένο,
60 στα μετερίζα έφτανε γοργά το προκομμένο.
Και βροντερός ακούεται στην άνιση τη μάχη
ο καπετάνιος Καγιαμπής απ’ την αετοράχη.
« Κουράγιο! Αδέρφια, ήρθενε και η επικουρία
και το μουλάρι ήφερε τα όπλα – σωτηρία.
65 Με του Θεού τη δύναμη και την Τουρκιά βαστάτε
και με τα όπλα, που ’ρθανε, να τηνε πολεμάτε ».
Και ξάφνου εμφανίζονται σ’ αυτούς που πολεμούνε
δυο παρουσίες θεϊκές που το σταυρό κρατούνε .
Και βλέπουνε τη Μάνα τους τη μαυροφορεμένη
70 την Κρήτη την αρχόντισσα, την αιματοβαμμένη
και την Αγία Φωτεινή να δίνει ευλογία
ν’ αξιωθούν οι Χριστιανοί να δουν ελευθερία.
Μ’ ένα μεγάλο σύννεφο το Σπήλαιο σκεπάζει,
γυναίκες και μικρά παιδιά κρύβει, καθησυχάζει.
75 Αναντρανίζουνε ευθύς της Κρήτης οι γενναίοι,
σαν τα θηρία εφορμούν τ’ Αβδού καπεταναίοι
και ξαναρχίζει ορμητική η μάχη στην Κουκούλα,
Φανερωμένης σπήλαιο και Χαλασά πεζούλα
και προχωρεί η φλόγα της στους πρίνους «Αζιλάκοι»
80 κεντά τους Στόλους και μετά γυρίζει στ’ Αλωνάκι .
Στο Σπήλαιο το ιερό, στη Φωτεινή Αγία
και στην Αγία Άννα ευθύς κοντά στην εκκλησία,
στον καταπότη παλαιού υδραγωγείου Λύττου
και στο στρατούλι Τρυπητού Βράχου κατακορύφου
85 τάσσονται οι καλύτεροι των μαχητών αρίστων
και μάχονται κατά εχθρών κακών, αναριθμήτων.
Και των σπαθιών οι αστραπές φωτίζουν τον αέρα
και οι βροντές των τουφεκιών αντιλαλούν ’πό πέρα
και τρίζουνε τα δόντια τους και κόβουν τα σπαθιά τους,
90 για Λευτεριά ή Θάνατο βάζουν τα δυνατά τους.
Πώς ο νοτιάς ο ξαφνικός τις θάλασσες ταράσσει
και όλα τα πλεούμενα γρήγορα υποτάσσει,
τα δυνατά δεντρά χτυπά και τα ξεκλωναρίζει
και άλλα ρίχνει καταγής, γοργά τα κουτσουκλίζει,
95 παίρνει και πράγματα πολλά κι αλάργο τα πηγαίνει
κι όσους απομακρύνονται αμέσως τους προφταίνει
κι όλα τα χόρτα τα ξερά στον ουρανό υψώνει
και καθετί πάνω στη γη με δύναμη σαρώνει,
έτσι κι οι Κρήτες μαχητές Τουρκιά διασκορπίσαν
100 και την εκυνηγήσανε, στο Κάστρο τη μαντρίσαν.
Και το μπαρούτι απ’ αυτούς είν’ όλο φαγωμένο
και με σπαθιές το πρόσωπο είναι χαρακωμένο.
Και το δεντρό της λευτεριάς με αίμα το ποτίζουν
και το βαθιοριζώνουνε και το ανθοστολίζουν.
105 Γι’αυτό και ενικήσανε με περισσή ανδρεία
και το μουλάρι ευγνωμονούν για την επιτυχία.
Και Καπετάν το βάφτισαν οι πολεμάρχοι όλοι
και σύνταξη του βγάλανε, ισόβια να τρώει .
Σαράντα καπετάνιους πια ανέδειξαν οι μάχες
110 και το μουλάρι Καγιαμπή οι απάτητες οι στράτες.
Πολέμαρχο τ’ ονόμασαν, το λεν Σαρανταένα,
το Εξηνταέξε πολεμά σαν το Εικοσιένα.
Πολλές του πρέπουνε τιμές, του πρέπει και αξία,
γιατί βοήθησε κι αυτό εις την Ελευθερία.
* O Zαχαρίας Σμυρνάκης είναι φιλόλογος, τ. διευθυντής Πειραματικού Γυμνασίου
patris.gr